ὀργάνια

ὀργάνια
ὀργάνιον
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • συμπεριφαντάζομαι — Α [περιφαντάζομαι] φαντάζομαι κάτι μαζί με κάτι άλλο, σχηματίζω εικόνα για κάτι μαζί με κάτι άλλο («μηδέποτε συμπεριφαντάζου τὸ περικείμενον ἀγγειῶδες κατὰ τὰ ὀργάνια ταῡτα», Μάρκ. Αυρ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”